Πάντα όποτε βρέχει με πιάνει να διαβάζω ποιήματα για τη βροχή. Όταν το παρακάνει ο καιρός βέβαια και δεν αντέχω άλλο τα παρατάω και αρχίζω να διαβάζω για ήλιο και καλοκαίρια.

Πάντως το πρώτο πράγμα που μου ερχόταν στο μυαλό όποτε σκεφτόμουν βροχή ήταν οι στίχοι του Μήτσου Παπανικολάου από το ποίημά του Τοπίο, που πρώτη φορά είχα διαβάσει στο σχολείο:

Στο θλιμμένο κάμπο βρέχει
βρέχει στις ελιές τις γκρίζες-
το νερό σα ρίγος τρέχει
από τα κλαδιά στις ρίζες.

rainy day window

Οι στίχοι του έχουν μια τόσο έντονη μουσικότητα, σαν βροχή που χτυπάει πράγματι το τζάμι και σε υπνωτίζει. 

Όμως από τότε έχω διαβάσει κι άλλα πολλά ποιήματα για τη βροχή, τα περισσότερα θλιμμένα και συναισθηματικά φορτισμένα:

Άρχισε μια σιγανή βροχή αργά προς το βράδυ.

Στις πολιτείες ο ουρανός φαίνεται μιαν απέραντη λασπωμένη πεδιάδα

Κι η βροχή είναι μια καλοσύνη, όσο να πεις, δε μοιάζει διόλου με το θάνατο:  Μπορείς να βαδίζεις κάποτε χωρίς κανένα σκοπό ή με σκοπό —σου είναι αδιάφορο—Μιαν εποχή μακρινή και νεκρή σα μια βίαια σκισμένη πολυτέλεια. Εγώ συλλογίζομαι πώς και γιατί άραγε μια βροχή μπορεί να σου θυμίζει τόσα πράγματα—Χωρίς αμφιβολία είναι τόσο ανόητο να τα στοχάζεσαι όλα αυτά μια τέτοιαν ώρα—Συλλογίζομαι όμως στις ζεστές χειμωνιάτικες κάμαρες μιαν αλλιώτικη μυρουδιά Ύστερα από τις 6 με τα κλειστά παραθυρόφυλλα και τ’ αναμμένο φως Ή μια γωνιά δίπλα στο τζάμι σ’ ένα μεγάλο καφενείο με τις αδιάφορες φωνές.Τα συλλογίζεσαι όλα αυτά με τον πιο απλούστερο τρόπο ολωσδιόλου παιδιάστικαΜπορείς να λησμονείς το κάθε τι, τί τάχα να γυρεύεις εδώ μια τέτοιαν ώρα      Εσύ, ο διπλανός σου, όλος αυτός ο κόσμος που πορεύεται δίπλα σου μες στο σκοτάδι    Αυτή η ανήσυχη σιωπή που πληγώνει περισσότερο κι απ’ το πιο κοφτερό λεπίδι   Να λησμονείς για μιαν ελάχιστη στιγμή πως ίσως δεν τέλειωσε ούτε και απόψε για σένανε το κάθε τι   Τόσο π’ αν τρίξει κάτι αναπάντεχα είναι να σου ξυπνήσει την ακριβήν υπόθεση μιας επιστροφής        Τη χειμωνιάτικη ζεστή κάμαρα, το καφενείο με τις πολύχρωμες φωνές.

…Έτσι βρέχει λοιπόν μια κίτρινη βροχή χωρίς τέλος.

Μια κίτρινη παλιά βροχή, τη νύχτα, σα μαστίγιο.

 – Μανόλης Αναγνωστάκης

rainy day 2

Και έχω ακούσει τραγούδια που έχουν την ίδια ατμόσφαιρα κι ας μη μιλάνε για βροχή………..

And i never drank alcohol and i never got high
it was the end of a hundred years that took me by surprise
what i thought to be dangerous, on the verge of a smile
turning out to be nothing more than hiss and overdrive

and there is nothing or noone more powerful
and the light that shines upon you says the same
when i wake up i’m doing a somersault
for the ones who never dared to speak my name

i am shy and mysterious when i say my goodbyes
when i part with the ones i’ve come to love throughout my life
when the times are miracelous, when i stop to think twice
when i sleep in the bushes next to where the treasure lies

with a devil in the words that you speak to me
when there’s nothing left and we are at the end
in the heavens you laugh at me secretly
where it echoes over and over again

and there is nothing or noone more powerful
and the light that shines upon you says the same
when i wake up i’m doing a somersault
for the ones who never dared to speak my name

Κι έχω αγαπήσει συγγραφείς για την ικανότητά τους να λένε πράγματα που με εκφράζουν απόλυτα: 

I want to write because I have the urge to excel in one medium of translation and expression of life. I can’t be satisfied with the colossal job of merely living. Oh, no, I must order life in sonnets and sestinas and provide a verbal reflector for my 60-watt lighted head.

SYLVIA PLATH, The Unabridged Journals of Sylvia Plath

rainy day vespa

Και μετά θυμάμαι πόσο ποιητές μας κάνει όλους η βροχή και προσγειώνομαι 🙂 

It is hot, steamy and wet. It is raining. I am tempted to write a poem. But I remember what it said on one rejection slip: ‘After a heavy rainfall, poems titled ‘Rain’ pour in from across the nation.”

SYLVIA PLATH, The Unabridged Journals of Sylvia Plath

rainy day 3